Σε απόσταση λίγων χιλιομέτρων από την πόλη της Σπάρτης, τη μεσαιωνική Λακεδαιμονία, υψώνεται λόφος (υψόμετρο 632μ.) αποκομμένος από τον κύριο όγκο της οροσειράς του Ταϋγέτου, φυσικά οχυρωμένος και απροσπέλαστος από τα νότια - νοτιοανατολικά.
Στον τόπο αυτό αναδύεται μετά τα μέσα του 13ου αιώνα η καστροπολιτεία του Μυστρά, μέσα από τις ιστορικές συνθήκες που ακολουθούν την Δ΄ Σταυροφορία και την ίδρυση λατινικών κρατιδίων στα εδάφη της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.
Γρήγορα εξελίσσεται σε σημαντικό διοικητικό κέντρο, πρωτεύουσα του ημιαυτόνομου Δεσποτάτου του Μορέως, υπό τη διοίκηση μελών των αυτοκρατορικών οίκων Καντακουζηνών (1349-1383)) και Παλαιολόγων(1383-1460).
Σε άμεση σχέση με την Κωνσταντινούπολη, ταυτόχρονα στραμμένος και προς τη Δύση, ο Μυστράς ασκεί σημαίνουσα επιρροή στην πνευματική και πολιτισμική ζωή της αυτοκρατορίας και εξελίσσεται σταδιακά σε έναν από τους δυναμικότερους χώρους ανανέωσης της βυζαντινής ιδεολογίας και παράδοσης.
Εντός του οχυρωμένου οικισμού δεσπόζει το Παλάτι – έδρα της διοίκησης, η Μητρόπολη – το εκκλησιαστικό κέντρο, οι εκκλησίες και τα οχυρωμένα μοναστήρια.Γύρω τους σε πυκνή δόμηση οι οικίες προσφέρουν πολύτιμη μαρτυρία για τη ζωή στη βυζαντινή πόλη.
Φραγκική Κατάκτηση
1204
Τα στρατεύματα της Δ΄ Σταυροφορίας, παρεκκλίνοντας της πορείας τους από τη Βενετία προς τους Αγίους Τόπους, καταλαμβάνουν την Κωνσταντινούπολη. Τα εδάφη της βυζαντινής αυτοκρατορίας διανέμονται μεταξύ Φράγκων και Βενετών
1205
Δύο ιππότες από την Καμπανία της Γαλλίας, ο Γουλιέλμος de Champlitte και ο Γοδεφρείδος de Villehardouin, συνεπικουρούμενοι από στρατεύματα σταυροφόρων, καταλαμβάνουν την Πελοπόννησο και ιδρύουν το πριγκιπάτο της Αχαΐας
1249
O πρίγκιπας της Αχαΐας Γουλιέλμος Β΄ de Villehardouin ιδρύει το κάστρο του Μυζηθρᾶ, ισχυροποιώντας τη φραγκική παρουσία στη νοτιοανατολική Πελοπόννησο
1262
Το 1259 οι Βυζαντινοί νικούν τους Φράγκους στη μάχη της Πελαγονίας και αιχμαλωτίζουν τον πρίγκιπα της Αχαΐας Γουλιέλμο Β΄ de Villehardouin. Ως αντάλλαγμα για την απελευθέρωσή του, παραδίδονται το 1262 στον αυτοκράτορα Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγο τα κάστρα του Μυζηθρᾶ, της Μονεμβασίας και της Μαΐνης. Η βυζαντινή κυριαρχία εδραιώνεται στη νοτιοανατολική Πελοπόννησο
1270-1279
Η έδρα της καθολικῆς ή περιέχουσας κεφαλῆς, του επαρχιακού δηλαδή διοικητή των βυζαντινών κτήσεων της Πελοποννήσου με στρατιωτικές και πολιτικές αρμοδιότητες, μεταφέρεται από τη Μονεμβασία στον Μυστρά
Μυστράς Ισχυροποίηση
Β΄ μισό 13ου–αρχές 14ου αι.
Οι αυτοκράτορες Μιχαήλ Η’ και Ανδρόνικος Β’ Παλαιολόγος ενισχύουν τον ρόλο του Μυστρά ως νέου διοικητικού και οικονομικού κέντρου, με στόχο την εδραίωση και ισχυροποίηση της παλαιολόγειας εξουσίας στην περιοχή
1349
Ο αυτοκράτορας Ιωάννης Στ΄ Καντακουζηνός παραχωρεί ως πρόνοια τις βυζαντινές κτήσεις της Πελοποννήσου στον γιο του δεσπότη Μανουήλ, απαρχή της ημιαυτόνομης ηγεμονίας του δεσποτάτου του Μορέως
1382
Μετά τον θάνατο του δεσπότη Μανουήλ Καντακουζηνού το 1380, η διοίκηση του δεσποτάτου περιέρχεται στον γιο του αυτοκράτορα Ιωάννη Ε΄ Παλαιολόγου, δεσπότη Θεόδωρο Α΄, ο οποίος φτάνει στον Μυστρά το φθινόπωρο του 1382
Οθωμανική Άλωση
1407
Τον Θεόδωρο Α΄ Παλαιολόγο διαδέχεται ο ανιψιός του δεσπότης Θεόδωρος Β΄. Με τη συνδρομή του αδελφού του, αυτοκράτορα Ιωάννη Η΄ Παλαιολόγου, το δεσποτάτο επεκτείνεται εδαφικά στο πριγκιπάτο της Αχαΐας. Όλος σχεδόν ο πελοποννησιακός χώρος βρίσκεται υπό την κυριαρχία των τριών αδελφών, δεσποτών Θεόδωρου Β΄, Κωνσταντίνου και Θωμά
1415/1416
Ο αυτοκράτορας Μανουήλ Β΄ επισκέπτεται τον Μοριά και ανοικοδομεί το Εξαμίλιο τείχος στον Ισθμό, για να ενισχύσει την άμυνα του δεσποτάτου έναντι των Οθωμανών. Με την παραμονή του στον Μυστρά έχει συνδεθεί η προσθήκη στο ανακτορικό συγκρότημα της λεγόμενης πτέρυγας των Παλαιολόγων (Κτήριο Ε)
1204
Ο αυτοκράτορας Μανουήλ Β΄ επισκέπτεται τον Μοριά και ανοικοδομεί το Εξαμίλιο τείχος στον Ισθμό, για να ενισχύσει την άμυνα του δεσποτάτου έναντι των Οθωμανών. Με την παραμονή του στον Μυστρά έχει συνδεθεί η προσθήκη στο ανακτορικό συγκρότημα της λεγόμενης πτέρυγας των Παλαιολόγων (Κτήριο Ε)
1443
Ο δεσπότης Κωνσταντίνος Παλαιολόγος αναλαμβάνει την ηγεμονία του Μυστρά και προβαίνει στη στρατιωτική και διοικητική αναδιάρθρωση του δεσποτάτου
1448
Ο δεσπότης Κωνσταντίνος διαδέχεται τον αδελφό του Ιωάννη Η΄ στον αυτοκρατορικό θρόνο και τον επόμενο χρόνο αναχωρεί για την Κωνσταντινούπολη με καταλανικά πλοία, για την τελική μάχη της αυτοκρατορίας με τους Οθωμανούς. Την ηγεμονία του Μυστρά αναλαμβάνει ο αδελφός του, δεσπότης Δημήτριος Παλαιολόγος
1460
Ο Μωάμεθ Β΄ την άνοιξη του 1460 εισβάλλει στην Πελοπόννησο και κατευθύνεται προς τον Μυστρά. Ο δεσπότης Δημήτριος Παλαιολόγος παραδίδει την καστροπολιτεία στον σουλτάνο, ο οποίος ως αντάλλαγμα του παραχωρεί τη θρακική Αίνο και τα νησιά της Ίμβρου και της Λήμνου. Ο δεσπότης Θωμάς καταφεύγει στην Ιταλία, επιδιώκοντας την προστασία της Αγίας Έδρας
1463-1479
Α΄ Ενετοτουρκικός πόλεμος. Το 1464 ο Σιγισμούνδος Μαλατέστα κυριεύει την πόλη, αλλά όχι και το κάστρο, του Μυστρά και μεταφέρει στο Ρίμινι της Ιταλίας τα οστά του φιλόσοφου και εκφραστή της ιδέας για μια εθνική ταυτότητα Γεωργίου Γεμιστού (Πλήθωνα), ο οποίος είχε πεθάνει στον Μυστρά τo 1452.
1460-1540
Ο Μυστράς, πρωτεύουσα του οθωμανικού σαντζακιού της Πελοποννήσου έως την οθωμανική κατάληψη του Ναυπλίου το 1540, είναι ένα από τα πιο σημαντικά κέντρα παραγωγής και εμπορίας μεταξιού της ανατολικής Μεσογείου.
Ξένοι Κατακτητές
1687 – 1715
Ο βενετός Morosini καταλαμβάνει την πόλη, η οποία γίνεται πρωτεύουσα του ομώνυμου διοικητικού διαμερίσματος της περιφέρειας της Λακωνίας, territorio di Mistra, σημαντικό οικονομικό κέντρο με μεγάλη εμπορική κίνηση. Στην απογραφή του γενικού προβλεπτή Grimani το 1700 ο Μυστράς αποτελεί την 4η σε πληθυσμό πόλη της Πελοποννήσου με 1.048 κατοίκους.
1715
Οι Τούρκοι ανακαταλαμβάνουν την Πελοπόννησο και τον Μυστρά, ο οποίος χάνει τον ρόλο του ως διοικητικό κέντρο. Ωστόσο, τον 18ο αι. η πόλη αποτελεί σημαίνουσα αγορά, όπου γίνεται το μεγαλύτερο εμπόριο μεταξιού και πρινοκοκκιού και η αγορά τσόχινων υφασμάτων. Η ετήσια εμποροπανήγυρη είναι μία από τις δύο μεγαλύτερες στην ενδοχώρα της Πελοποννήσου.
1770
Ο Μυστράς καταστρέφεται από τους Αλβανούς μισθοφόρους της οθωμανικής αυτοκρατορίας κατά το επαναστατικό κίνημα των Ορλωφικών. Αρχίζει η παρακμή
Αρχαιολογική Αναστήλωση
1825, 1826
Ο στρατός του Ιμπραήμ πασά πυρπολεί το κάστρο. Ο άγγλος κληρικός C. Swan, στη συνοδεία του κυβερνήτη Χάμιλτον, εισέρχεται στον φλεγόμενο Μυστρά αμέσως μετά την επέλαση του Ιμπραήμ, αντικρίζοντας ασύλληπτη ερήμωση. Έκτοτε κατοικείται μόνο η Κάτω πόλη. Κατά το ίδιο έτος, ωστόσο, επαναλειτουργεί η Μονή της Παντάνασσας, ενώ η Περίβλεπτος στις αρχές του 19ου αιώνα λειτουργεί ως ενοριακός ναός.
1834
Ο Όθωνας ιδρύει τη σύγχρονη πόλη της Σπάρτης. Οι κάτοικοι του Μυστρά μετακινούνται στη νέα πόλη και επιταχύνεται η εγκατάλειψη του κάστρου.
1921
Με βασιλικό διάταγμα, η βυζαντινή νεκρόπολη του Μυστρά κηρύσσεται ως προέχον βυζαντινό μνημείο. Το ίδιο έτος έρχεται στη Μονή της Παντάνασσας η μοναχή Καλλινίκη Χριστακάκου, η οποία ακολούθως δραστηριοποιείται ως φύλακας αρχαιοτήτων, συντηρήτρια – αγιογράφος και συνεργάτιδα του Φώτη Κόντογλου, φωτογράφος.
1933
Ο Διευθυντής του Γραφείου Αναστηλώσεως του Υπουργείου Παιδείας Αναστάσιος Ορλάνδος αρχίζει τις εργασίες στον Μυστρά, οι οποίες συνεχίζονται, με μικρή διακοπή κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, έως και το 1960 περίπου, διασώζοντας το μνημειακό πλούτο της καστροπολιτείας.
1952 & 1955
Με αποζημίωση που καταβάλει η εν Αθήναις Αρχαιολογική Εταιρεία, δια του αντιπροσώπου της Παναγιώτη Ηλ. Πουλίτσα, ο χώρος απαλλοτριώνεται και οι τελευταίοι κάτοικοι αποχωρούν από το κάστρο. Έχει προηγηθεί η ενεργοποίηση διοικητικών μηχανισμών, με πρωτοβουλία του Μιλτιάδη Μυλωνά, για την προστασία του μεσαιωνικού οικιστικού συνόλου του Μυστρά.
1955-1960
Η καστροπολιτεία σταδιακά οργανώνεται και μετασχηματίζεται σε επισκέψιμο χώρο από τον Επιμελητή Αρχαιοτήτων Νικόλαο Δρανδάκη.
1989
Ο Μυστράς εγγράφεται ως πολιτιστικό αγαθό στον κατάλογο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Unesco.